Αυτές τις μέρες ακούμε Paco de Lucia




Στη βιβλιοθήκη, όπως ξέρετε, ακούμε απαλά και συνοδευτικά των άλλων δραστηριοτήτων κάποιες μουσικές. Προτιμάμε, συνήθως, να είναι όχι πολύ διαδεδομένες, ώστε να αποτελούν προτάσεις για νέα ακούσματα. Με το blog είναι ευκαιρία να δίνουμε και κάποια στοιχεία για τον καλλιτέχνη ή το είδος της μουσικής που ακούμε. Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα, ελάτε στη βιβλιοθήκη να σας ενημερώσουμε.


Ο κιθαρίστας που ακούμε αυτές τις μέρες είναι ο Paco de Lucia από την Ισπανία, ένας καλλιτέχνης που έδωσε μεγάλη ώθηση στο flamenco, εμπλουτίζοντάς το με άλλα στοιχεία αλλά και ταξιδεύοντάς το σ' όλο τον κόσμο. Παραθέτουμε παρακάτω μερικά στοιχεία γι' αυτόν:



PACO DE LUCIA
Το όνομά του έχει ταυτιστεί με αυτή καθ’ αυτή την εξέλιξη της flamenco κιθάρας, αφού είναι ο μουσικός που προχώρησε ένα βήμα μπροστά από την παράδοση, που ήθελε μέχρι τότε την κιθάρα να συνοδεύει απλώς το χορό, μπολιάζοντας το παίξιμό του και τις συνθέσεις του με άκρως προσωπικά μελωδικά στοιχεία και μοντέρνα ενορχήστρωση.


Ο Francisco Sánchez Gómez, όπως είναι το πλήρες όνομα του Paco de Lucia, γεννήθηκε στην πόλη Algeciras της επαρχίας Cadiz στην Ισπανία, στις 21 Δεκεμβρίου του 1947. Από την ημέρα που, όντας μόλις 5 ετών, διόρθωσε τον πατέρα του, Antonio Sánchez, επαγγελματία κιθαρίστα, ως προς το ρυθμό μιας μουσικής φράσης, η αφοσίωση του Paco στην κιθάρα υπήρξε ολοκληρωτική. Η πρώτη του δημόσια … συναυλία, έγινε όταν ήταν 11 ετών, το 1958, στο Radio Algeciras.


Η κυκλοφορία 25 άλμπουμ, τα εκατοντάδες βραβεία που έχει κερδίσει και η, κατά γενική ομολογία των κριτικών, εντυπωσιακή επανάσταση που κατάφερε έκτοτε να πυροδοτήσει στη μουσική, έχουν συντελέσει στην αναγνώριση του παγκοσμίως. Το 1965 ηχογράφησε το πρώτο του LP, με τίτλο Dos Guitarras Flamencas. To 1975 με το άλμπουμ Fuente y Caudal, ο Paco ξεκίνησε να φλερτάρει με τον αυτοσχεδιασμό, και με τη διάσημη ρούμπα Entre Dos Aguas, μετέτρεψε την φλαμένκο κιθάρα από ένα όργανο που βρισκόταν έως τότε στο περιθώριο, σε ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Με την προσθήκη του cajon drum, του μπάσου και κρουστών, θέτει τις βάσεις για το τωρινό ιδίωμα του φλαμένκο. Το Almoraima, όπου σαφώς ξεπερνάει τα ακούσματα από τους δασκάλους του, Niño Ricardo και Sabicas, το Siroco, ο πιο μελωδικός και αρμονικός φόρος τιμής στο καθαρό φλαμένκο, και το Luzía, καρπός μιας σκοτεινής δεκαετούς απουσίας, είναι κάποια μόνο από τα ορόσημα που αποδεικνύουν την ιδιοφυία, το ένστικτο και το ταλέντο, που είναι χαρακτηριστικά του Paco de Lucía.


Ο διάλογος μεταξύ της μουσικής και των βραζιλιάνικων ρυθμών, της jazz των Larry Coryell, Chick Corea, Al Di Meola ή του John McLaughlin, και της κλασικής μουσικής των Albeniz, Falla και Rodrigo, δηλώνουν ξανά την συνεχή αναζήτησή του. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το όνομα του Paco de Lucía είναι από τα λίγα που θα μείνουν στην Ιστορία της μουσικής. Όπως είπε και ο ίδιος χαρακτηριστικά σε μια συνέντευξη που έδωσε πριν χρόνια, στα τέλη της δεκαετίας του ’90, “ποτέ δεν απομακρύνθηκα από τις ρίζες της μουσικής μου, γιατί αν το έκανα, θα έχανα τον εαυτό μου. Αυτό που προσπάθησα να κάνω είναι να αγγίζω με το ένα μου χέρι την παράδοση, και με το άλλο να ξύνω την επιφάνεια, να σκάβω σε άλλα εδάφη, προσπαθώντας να ανακαλύψω καινούρια στοιχεία για να προσθέσω στο flamenco.” Η τελευταία δισκογραφική του δουλειά κυκλοφόρησε πριν από μερικά χρόνια, όταν ο Paco de Lucia αποφάσισε να επιστρέψει μετά από 5 χρόνια δημιουργικής απουσίας, με το άλμπουμ “Cositas Buenas”.


Λοιπόν, καλή ακρόαση!

Αλήθεια, εσείς τι θα προτείνατε για τα επόμενα ακούσματα στη βιβλιοθήκη;

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις