Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία

η ανάρτηση αφιερώνεται στα παιδιά της λέσχης ανάγνωσης
 και σε όσα συμμετείχαν ενεργητικά στην εκδήλωση
Πέρασε πάνω από ένας μήνας  από τη συνάντηση που είχε οργανώσει η ΒΑΒΕΛ, η αναγνωστική μας λέσχη, με τον αγαπημένο συνάδελφο και συγγραφέα Ανδρέα Ι. Κασέτα.


Μια πλούσια ομιλία συνοδευμένη με εξίσου πλούσια παρουσίαση στο powerpoint, που είχε στο επίκεντρό της τον ποιητή Νίκο Καββαδία, έδωσε και σε μας την αφορμή, πέρα από τη γνωριμία μας με το συγγραφέα ομιλητή και με το έργο του Νίκου Καββαδία,


να ετοιμάσουμε και να παίξουμε λίγα τραγουδάκια, αλλά και να ασχοληθούμε λίγο με το έργο του συγγραφέα Ανδρέα Κασέτα. 


Είχαμε και παλιότερα αναφερθεί στο ζουμερό βιβλίο του "Το φάντασμα του Λεονάρντο". Τώρα, διαλέξαμε ένα απόσπασμα το οποίο διάβασαν παραστατικά η Αναστασία και η Μαρία. Μια και έχουμε το βίντεο απ' αυτή την ανάγνωση, το ανεβάζουμε και σας το προτείνουμε. Το απόσπασμα είναι εξαιρετικό και τα παιδιά το διαβάζουν υπέροχα. 
Αν θέλετε να το διαβάζετε παράλληλα, το παραθέτουμε παρακάτω:


"Μαθαίνω" σημαίνει αλληλεπιδρώ με το γνωστικό αντικείμενο, έτσι που μετά την αλληλεπίδραση να μην είμαι ούτε εγώ όπως ήμουνα πριν ούτε εκείνο να φαίνεται στα μάτια μου όπως φαινόταν πρώτα. Η αυθεντική γνώση κατακτιέται γιατί την έχω ανάγκη. Κατακτιέται εφόσον προηγουμένως έχει ανάψει το ενδιαφέρον μου γι’ αυτήν. Δεν μπορεί να είναι μόνο προϊόν της πληροφόρησης. Η απόκτησή της δεν είναι μια διαδικασία καταναλωτική.  

Έξω από τα τείχη [που σχολείου] δεν υπάρχει μόνο τηλεόραση. Υπάρχει ένας ολόκληρος Κόσμος που «περιμένει» να τον προσέξουμε, να τον οικειωθούμε, να τον ερμηνεύσουμε, να τον ανακαλύψουμε από την αρχή.

Και ειδικά για το δάσκαλο το ζήτημα έχει και μια διάσταση ιδιαίτερα σοβαρή. Πείθουμε τον απέναντί μας νέο άνθρωπο να θέλει να μαθαίνει, να ερευνά, να αναρωτιέται, μόνο αν τον έχουμε πείσει ότι θέλουμε να μαθαίνουμε αδιάκοπα κι εμείς.
΄Εχουμε χρέος να αναζητούμε τα εναύσματα πρώτα για τους εαυτούς μας κι ύστερα για τους υπόλοιπους, τους λιγότερο μεγάλους, τους νέους ανθρώπους/μαθητές. Το παιχνίδι παίζεται πάνω στο «πόσες φωτιές θα καταφέρουμε να ανάψουμε» στις μετρημένες εκείνες δεκαετίες που θα λειτουργήσουμε ως εκπαιδευτικοί.

Και τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Έξω από τα τείχη υπάρχει μια κοινωνία από μεγάλους που βιάζονται. Σπεύδουν να σηκωθούν από τις θέσεις τους στο σινεμά πριν από τις τελευταίες σκηνές του έργου. Βιάζονται. Βιάζονται κάπου να πάνε χωρίς να ξέρουν πού. Υπάρχει κάποιο «τρένο» που διαρκώς φοβούνται ότι θα το χάσουν. Βιάζονται. Βιάζονται να αποσύρουν τη ματιά από τα πράγματα. Το βλέμμα τους δεν εμπεριέχει παρατήρηση. Οι πιο πολλοί δεν ξέρουν να βλέπουν, ίσως και δεν μπορούν. Το δάσος είναι γι’ αυτούς συνεχές. Ξέρουν μονάχα ότι αποτελείται από δέντρα, «δέντρα» όμως χωρίς όνομα. Ποτέ δε στάθηκαν σ’ αυτό, σε τέτοιες λεπτομέρειες. Οι φτελιές, οι φλαμουριές, οι κουκουναριές, οι σημύδες, οι βελανιδιές, οι ερυθρελάτες, οι αριές, τα πουρνάρια, τα πεύκα, τα μαυρόπευκα, οι οξιές, τα ρουπάκια είναι όλα δέντρα και μόνο δέντρα.



Η γνωριμία μας με τα πράγματα ξεκινάει με το όνομά τους. Το όνομα ενός πράγματος είναι η κατεξοχήν εξοικείωσή μας μ’ αυτό. Όπως όταν μας συστήνουν σε κάποιον και λέμε «χαίρω πολύ». Μαζί με τις συστάσεις λειτουργεί και το ενδεχόμενο να τον ερευνήσουμε. Μέχρι τότε δεν ήταν παρά κάποιος μέσα στο πλήθος. Αν θέλαμε τότε να αναφερθούμε σ’ αυτόν θα λέγαμε «αυτός» ή «εκείνος» και θα τεντώναμε ίσως και το δάχτυλο/δείκτη προς την κατεύθυνσή του. Τώρα, όμως,  μπορούμε και λέμε «ο Μπάμπης»(…)

Το μεγάλο μαυριδερό υδρόβιο πουλί με το λευκό πηγούνι και τα λευκά μάγουλα καθώς και τη λευκή κηλίδα στους μηρούς, που βγάζει ένα βαθύ και βραχνό «κρα» και που μπορεί κανείς να κλείσει μαζί του ραντεβού στους Ψαράδες της Μεγάλης Πρέσπας, το λένε «κορμοράνο». Αν ξέρεις τ’ όνομά του νιώθεις πιο κοντά σ’ αυτό, έχεις κιόλας μαζί του μια σχέση διαφορετική. Το όνομα έχει μια δύναμη. Τραβάει την προσοχή. Προσδίδει στην ασαφή έννοια μια εμφάνιση συμπαγή, απτή και συγκεκριμένη. Ο «βωξίτης» παύει να είναι κάποιο μετάλλευμα, η «πιπεριά» δεν είναι πια απλά ένας και μόνο θάμνος, η αγράμπελη, το φασκόμηλο, η τανάλια, το μαντέμι, το παραγάδι, η λαμαρίνα, η τσίχλα, ο χαλκοπυρίτης γίνονται κάτι πιο κοντινό μας.


Να κηρύξουμε τον πόλεμο κατά της αντωνυμίας. Έχει κατακλύσει την καθημερινή μας ζωή. «Αυτό», «ετούτο», «εκείνο», το «άλλο». Μαζί με το τεντωμένο δάχτυλο που δείχνει ενώ από την άκρη του αναβλύζει η αδυναμία για έκφραση, η άγνοια του ονόματος. «Εκείνο» το άστρο κι όχι ο Σείριος. «Ετούτο το δέντρο», γιατί μας είναι άγνωστη λέξη η κουτσουπιά, η ακακία, η κλαίουσα, πολλές φορές και η μουριά ακόμα. «Εκείνο το πουλί εκεί πέρα» και όχι ο σπίνος, η τσίχλα, σπουργίτης, η καρακάξα. Ο θρίαμβος της αντωνυμίας και του τεντωμένου δείκτη μας. Δώσε μου αυτό το «πώς το λένε» γιατί δεν ξέρω αν το λένε σταυροκατσάβιδο, μπουζόκλειδο ή πένσα.


Οι μάχες κατά της αντωνυμίας θα δοθούν εκτός των τειχών [του σχολείου]. Οι πυρκαγιές όμως πρέπει να ξεσπάσουν μέσα. Και οι δάσκαλοι θα βρεθούν στην πρώτη, εννοείται, γραμμή του μετώπου.
Αλλά για να ανταποκριθούμε σε ένα τέτοιο ρόλο ο καθένας από μας θα πρέπει να ανοίξει ένα καινούριο προσωπικό παράθυρο στον Κόσμο ρωτώντας καταρχήν «πώς λέγεται;». Να τον ξανακοιτάξουμε με μια άλλη αθωότητα.
( απόσπασμα από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου)

Μικρές πολιτιστικές παρεμβάσεις στο χώρο του σχολείου. Που η ευγένεια , η προθυμία και η δοτικότητα του καλεσμένου μας μάς βοήθησε να πραγματοποιήσουμε.
Ελπίζουμε και την επόμενη χρονιά, με όσες δυσκολίες κι αν μας ξημερώνει η αχώνευτη συγχωνευτική πολιτική που εφαρμόζεται, ελπίζουμε να τις συνεχίσουμε  και να τις αυξήσουμε. 
Ένα τεράστιο ευχαριστώ στον Ανδρέα Κασέτα και σε όσα παιδιά πλαισίωσαν την εκδήλωση και δούλεψαν γι' αυτή.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις