Ο Γιάννης Ρίτσος και οι διαρρήχτες του ήλιου


Πάνε 47 χρόνια. Και μια βιαστική παρατήρηση συμπτωμάτων της σημερινής καθημερινότητάς μας οδηγεί στο θλιβερό συμπέρασμα ότι ξεχνάμε εύκολα. Και η λήθη στρώνει γόνιμο έδαφος στην παραποίηση. Απερίσκεπτα και ανενδοίαστα μπορούν κάποιοι να προφέρουν σήμερα άθλια ονόματα, να σχηματίζουν σύμβολα ντροπής, να μεταποιούν την παλιά φρίκη –η Μνήμη, η Ιστορία κλεισμένες στο υπόγειο.
            Η δικτατορία του 1967 φυλάκιζε, εκτόπιζε, συλλάμβανε, βασάνιζε με το έτσι θέλω, αυθαίρετα καταπατώντας και ευτελίζοντας βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, και καθώς το σχολείο μας είναι δίπλα στον παλιό Ιππόδρομο, όπου τις πρώτες μέρες μετά το πραξικόπημα κρατήθηκαν κάπου 10.000 άνθρωποι, για να προωθηθούν αργότερα στα ξερονήσια  της εξορίας, θυμάμαι  το μάθημα του ποιητή Γιάννη Ρίτσου. Μάθημα αξιοπρέπειας, γενναιότητας, αντίστασης, ακεραιότητας, όταν σαν άλλος Σωκράτης αρνήθηκε να κρυφτεί για να αποφύγει τη σύλληψη για τις ιδέες του.


            Να πώς μας περιγράφει η Αγγελική Κώττη στο εξαιρετικό της βιβλίο «Γιάννης Ρίτσος ένα σχεδίασμα βιογραφίας» τη σκηνή: « Όταν σου χτυπούν την πόρτα μέσα στη νύχτα σε τέτοιους καιρούς, δεν είναι σίγουρα  ο γαλατάς. Αξημέρωτα πήγαν στο σπίτι της οδού Παπαναστασίου 56 οι φίλοι που είδαν τα τανκς στο κέντρο της Αθήνας, και τον συμβούλεψαν να φύγει. Αρνήθηκε. Άνοιξε την έτοιμη γι’ αυτές τις περιπτώσεις «βαλίτσα της εξορίας» με τα στοιχειώδη ( δυο αλλαξιές, ξυριστικά, κάποια εντελώς απαραίτητα μικροπράγματα), την επιθεώρησε και περίμενε. Δεν ήθελε να ζει καταζητούμενος, να τρέμει με το άνοιγμα της πόρτας, με τον ήχο των βημάτων. Εκείνοι που θα αποφάσιζαν να τον συλλάβουν, θα αναλάμβαναν την ευθύνη για την πράξη τους. Σαν όμηρος, θα ήταν και σύμβολο. Το πρωί που έφτασε η αστυνομία, τον βρήκε έτοιμο. Δυο λεπτά, να φορέσει το σακάκι του κι έρχεται.» ( εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 1996, σελ. 145)

            Πάνε 47 χρόνια. Αλλά οι διαρρήκτες του ήλιου κυκλοφορούν και στις μέρες μας.


Διαρρήχτες του ήλιου
δεν είδαν ποτέ τους πράσινο κλωνάρι
δεν άγγιξαν φλογισμένο στόμα
δεν ξέρουν τί χρώμα έχει ο ουρανός

Σε σκοτεινά δωμάτια κλεισμένοι
δεν ξέρουν αν θα πεθάνουν
παραμονεύουν
με μαύρες μάσκες και βαριά τηλεσκόπια
με τ' άστρα στην τσέπη τους βρωμισμένα με ψίχουλα
με τις πέτρες τών δειλών στα χέρια
παραμονεύουν σ' άλλους πλανήτες το φως

Να πεθάνουν
Να κριθεί κάθε Άνοιξη από τη χαρά της
από το χρώμα του το κάθε λουλούδι
από το χάδι του το κάθε χέρι
απ' τ' ανατρίχιασμα του το κάθε φιλί


(Μίλτος Σαχτούρης, 1948)

Σχόλια

  1. Είναι χαρακτηριστικό μας η κοντή και ρηχή μνήμη, μαζί με την έλλειψη κοινής λογικής και ...άλλα πολλά. Παρηγοριά μας η τέχνη, η ποίηση, η λογοτεχνία , η μουσική που αντιστέκονται , που διαπαιδαγωγούν και προβληματίζουν....

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Το ιστολόγιό μας στοχεύει στη συμμετοχή, τη συζήτηση, την ανταλλαγή, την έκφραση απόψεων και ιδεών, γι' αυτό και τα σχόλιά σας είναι κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτα:-)

Δημοφιλείς αναρτήσεις